Έρευνες δείχνουν ότι οι άνθρωποι άνω των 60 που είναι σε σχέση, αλλά ζουν σε ξεχωριστά σπίτια, έχουν καλύτερη ψυχική υγεία και απολαμβάνουν υψηλότερη ποιότητα ζωής. Το μοντέλο «Ζώντας χωριστά, μαζί» (Living Apart, Together – LAT) φαίνεται να κερδίζει έδαφος στις μεγαλύτερες ηλικίες, προσφέροντας μια ισχυρή εναλλακτική στη συμβίωση ή τον γάμο.
Η νέα μελέτη από το Πανεπιστήμιο Lancaster και το University College London επιβεβαιώνει ότι τα ζευγάρια που ζουν χωριστά αποφεύγουν τις τριβές και τις έντονες καθημερινές αλληλεπιδράσεις που μπορεί να φέρει η κοινή κατοικία, ενώ παραμένουν συναισθηματικά κοντά. Το μοντέλο αυτό φαίνεται να μειώνει το άγχος και τις πιέσεις που σχετίζονται με τις δεσμεύσεις του γάμου ή της συμβίωσης, ενώ προσφέρει περισσότερη αυτονομία και ελευθερία στους ανθρώπους μεγαλύτερης ηλικίας.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η «ζωή χωριστά, μαζί» είναι δέκα φορές πιο συνηθισμένη από τον γάμο σε αυτή την ηλικιακή ομάδα, αμφισβητώντας την αντίληψη ότι οι ηλικιωμένοι προτιμούν τις πιο «παραδοσιακές» σχέσεις. Οι άνθρωποι που επιλέγουν αυτόν τον τρόπο ζωής απολαμβάνουν τα πλεονεκτήματα μιας στενής σχέσης χωρίς τα βάρη που φέρνει η καθημερινή συμβίωση.
Η έρευνα δείχνει επίσης ότι, ενώ ο γάμος προσφέρει κάποια ψυχικά οφέλη, οι άνθρωποι που ζουν χωριστά αποφεύγουν την ψυχική πίεση που προκαλούν οι τυχόν δυσκολίες σε έναν γάμο ή τις δεσμεύσεις που απαιτεί μια κοινή κατοικία. Ειδικά για τις γυναίκες, οι οποίες συνήθως αναλαμβάνουν περισσότερες οικιακές ευθύνες και φροντίδα, το μοντέλο LAT φαίνεται να προσφέρει μια πιο ισχυρή ψυχική ισορροπία.
Η «ζωή χωριστά, μαζί» είναι ένα είδος «λεπτής ισορροπίας» ανάμεσα στην ατομική αυτονομία και τη συναισθηματική εγγύτητα. Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία, που επιλέγουν αυτόν τον τρόπο ζωής, διατηρούν τις σχέσεις τους με τον σύντροφό τους, χωρίς να χάνουν τον προσωπικό τους χώρο και την ελευθερία. Αυτό τους επιτρέπει να απολαύσουν την τελευταία φάση της ζωής τους με μεγαλύτερη ηρεμία και ευτυχία. Η μελέτη αυτή δείχνει επίσης πως το «LAT» δεν αφορά μόνο την ψυχική υγεία, αλλά έχει και επιπτώσεις σε πολιτικές φροντίδας και ψυχικής υγείας, ανοίγοντας νέες προοπτικές για τη διαχείριση των σχέσεων και της ευημερίας των ηλικιωμένων.