
Από το όνομα του μέχρι τις φήμες που το συνοδεύουν, η Μόρνα, ή «Σκοτεινά» όπως την ήθελαν κάποτε να την ονομάσουν οι κάτοικοί της, είναι ένα ορεινό χωριό στην Πιερία γεμάτο μυστήριο. Το όνομά της προέρχεται είτε από την τούρκικη λέξη «μόρνο», που σημαίνει σκοτεινός, είτε από τα πολλά δέντρα μουριάς που βρίσκονταν στην περιοχή. Όπως και να έχει, ο τόπος αυτός, με την πυκνή βλάστηση και το δυσπρόσιτο έδαφος, δεν άφηνε τον ήλιο να μπει και η μέρα τελείωνε νωρίς – όλα αυτά ενίσχυαν τις σκοτεινές ιστορίες γύρω από το χωριό.
Στη Μόρνα η ζωή δεν ήταν πάντα σκοτεινή όμως. Επί Τουρκοκρατίας, το χωριό υπήρξε ζωντανό και ακμάζον. Η περιοχή γύρω από τα Πιέρια Όρη ήταν γεμάτη ζωή και είχε μεγάλη οικονομική δραστηριότητα, με τα δέντρα της να τροφοδοτούν τη ναυπηγική και τη βιομηχανία ξυλείας. Το 1956 μάλιστα, το εργοστάσιο ξυλείας της Μόρνας βραβεύτηκε με Χρυσό Μετάλλιο για τη συνεισφορά του στην Εθνική Οικονομία.

Σήμερα, όμως, η Μόρνα είναι γνωστή για τις μυστηριώδεις ιστορίες της. Όπως λέγεται, το χωριό εγκαταλείφθηκε ξαφνικά από τους κατοίκους του, οι οποίοι, μετά από χρόνια φημών και τρομακτικών ιστοριών, αποφάσισαν να φύγουν και να φτιάξουν ένα νέο χωριό, το «Φωτεινά», λίγα χιλιόμετρα βόρεια. Αυτή η ξαφνική φυγή έδωσε αφορμή για αμέτρητες φήμες σχετικά με το «στοιχειωμένο» χωριό.
Ανάμεσα στις πιο τρομακτικές ιστορίες είναι εκείνη για τα «γκουλαγκούδια», επτά νεαρές κοπέλες που φημολογείται ότι χόρευαν γυμνές γύρω από το χωριό και τον ποταμό Μόρνο, τρομάζοντας τους ντόπιους. Αργότερα, το φαινόμενο αυτό «κολλήθηκε» με την παράδοση και έγινε κάτι σαν τοπικός θρύλος. Ανάλογες ιστορίες λένε για ένα «μαλλιαρό χέρι» που κυνηγούσε όποιον έβρισκε στο διάβα του, ενώ η περιοχή του «Τούρκου» συνδέεται με τα βασανιστήρια και τις εκτελέσεις της τουρκοκρατίας, ενισχύοντας τη φήμη για απόκοσμα φαινόμενα και τρομακτικούς ήχους.

Η εγκατάλειψη του χωριού, λίγο πριν το 1967, συνέβαλε στο να γίνει η Μόρνα ακόμα πιο μυστηριώδης. Οι νέοι έφυγαν για καλύτερη ζωή και, καθώς το εργοστάσιο ξυλείας έκλεισε, οι κάτοικοι άφησαν πίσω τους σπίτια και χωράφια, μαζί με τις σκοτεινές ιστορίες που το περικλείουν.
Σήμερα, όποιος επισκεφτεί τη Μόρνα μπορεί να δει το εγκαταλελειμμένο χωριό και να νιώσει ότι ο χρόνος έχει σταματήσει εκεί. Τα σπίτια είναι ανοιχτά και τα ίχνη των παλιών κατοίκων παραμένουν, σαν να έφυγαν βιαστικά και χωρίς προειδοποίηση. Ο τόπος αυτός, πια, είναι γεμάτος από τις παλιές ιστορίες και φήμες που ίσως να μην μάθουμε ποτέ αν είναι αληθινές ή απλά προϊόντα της φαντασίας, αλλά σίγουρα δίνουν στη Μόρνα μια μοναδική ατμόσφαιρα.
Αν κάποιος τολμήσει να επισκεφτεί αυτό το «στοιχειωμένο» χωριό, σίγουρα θα νιώσει την ιστορία του να ζωντανεύει γύρω του με κάθε βήμα που κάνει στα αδειανά σπίτια και τις σκιερές γωνιές του χωριού.